Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Σημειώσεις ενός Έλληνα νεομετανάστη (νοσταλγία για την πατρίδα)

«Αγαπώ υπερβολικά την πατρίδα μου για να είμαι εθνικιστής».

Αυτή την φράση του Αλμπέρ Καμύ -από τα «Γράμματα σ' ένα φίλο Γερμανό»- είπα τις προάλλες στον Μ., έναν φοβερό Κρητικό που γνώρισα εδώ στο Νόρσεσπινγκ, πάνω σε μια συζήτηση που είχαμε για την Ελλάδα -και για τον πολιτισμό που παρήγαγε κάποτε η Ελλάδα-, ενώ καπνίζαμε έξω από ένα καφέ. 

Η κουβέντα μας διήρκεσε κάνα δεκάλεπτο -όσο διαρκεί ένα τσιγάρο-, αλλά ήταν από αυτές τις πολύ έντονες και γεμάτες συναίσθημα κουβέντες που κάνουν μεταξύ τους οι άνθρωποι που ζούνε μακριά από τον τόπο τους. 

Με τον Μ. μάς είχε πιάσει νοσταλγία για την πατρίδα. 

Επειδή ακούω πολλούς από εσάς να αναρωτιέστε «Μα καλά, πότε πρόλαβε αυτός να νοσταλγήσει την Ελλάδα; Μια εβδομάδα έχει που έφυγε», να σας ενημερώσω πως νοσταλγούσα την Ελλάδα ακόμα και όταν ζούσα στην Ελλάδα.  

Ίσως, η νοσταλγία μου για την Ελλάδα να ήταν μεγαλύτερη πριν που ζούσα στην Λάρισα, παρά τώρα που ζω στο Νόρσεπινγκ. 

Αυτό που θέλω να πω είναι πως δεν χρειάζεται να ζεις μακριά από τον τόπο σου για να τον νοσταλγήσεις, όταν τον βλέπεις να βουλιάζει, να ρημάζεται και να οδηγείται στον αφανισμό. 

Αρκεί, φυσικά, να νιώθεις. Κι εγώ νιώθω. Ίσως, παραπάνω από όσο χρειάζεται. 

Κάποια στιγμή -και εκεί που λέγαμε για τον Χατζιδάκι, τον Αγγελόπουλο, τον Καμπανέλλη και άλλους μεγάλους Έλληνες-, με τον Μ. αρχίσαμε να μιλάμε για την ιστορία της Ελλάδας.

Πιάσαμε τους εμφυλίους, το ΕΑΜ, την χούντα, τον φασισμό, ενώ συμφωνήσαμε πως ο λόγος που η Ελλάδα γέννησε Χατζιδάκιδες, Αγγελόπουλους, Καμπανέλληδες και άλλα τέτοια τέρατα της τέχνης και του πολιτισμού είναι επειδή η πρόσφατη ιστορία της είναι γεμάτη προσφυγιά, διωγμούς, αίμα, δάκρυα και πόνο. 

Εκεί συνέβη κάτι εκπληκτικό: 

Πάνω που μιλούσαμε για όλα αυτά -και ο ένας διέκοπτε τον άλλο για να πει τα δικά του-, ανατριχιάσαμε και οι δυο. Ταυτόχρονα. 

Δυο Έλληνες που ζουν μακριά από την Ελλάδα συζητούν έξω από ένα καφέ στην μέση του πουθενά για την Ελλάδα και ανατριχιάζουν ταυτόχρονα. 

Αυτό. 

(Το κείμενο είναι αφιερωμένο στους Έλληνες που εγκατέλειψαν τα τελευταία χρόνια την Ελλάδα επειδή δεν άντεχαν να την βλέπουν να οδηγείται στην καταστροφή και τον εξευτελισμό. Να πω επίσης πως το κείμενο αφορά Έλληνες που τρέφουν αγνά συναισθήματα για την χώρα τους και δεν μισούν τις πατρίδες των άλλων. Δηλαδή πραγματικούς Έλληνες.)

(Από το Νόρσεπινγκ για το προτεκτοράτο, Γιόνας Γιόνανσον Ντάρκο.)