Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Μάνα είναι μόνο μια (και έχει σουξέ)

Χθες το βράδυ ένας κύριος έκανε ερωτική εξομολόγηση στη μαμά. Δεν ήμουν μπροστά στο σκηνικό - το έμαθα αργότερα από την ίδια. «Έλα να σου πω μια ιστορία να γελάσεις» - έτσι μου είπε. Πάντως, δεν μου έκανε καμία εντύπωση το γεγονός. Στα 61 της, η μαμά είναι κούκλα και γόησσα - θα πήρε από μένα φαίνεται. 

Ας πάρουμε, όμως, την ιστορία από την αρχή. 

Ο κύριος αυτός συνάντησε χθες τυχαία τη μαμά σε ένα καφέ. Κάποια στιγμή -προφανώς αφού την αναγνώρισε- πλησίασε το τραπέζι της. 

«Η Βασιλική δεν είσαι;» την ρώτησε. «Ναι», είπε η μαμά ξαφνιασμένη - μόνο η μάνα της την φωνάζει ακόμα Βασιλική. 

Ο κύριος χαμογέλασε και -μεταξύ άλλων- της εξήγησε πως ήταν τρελά ερωτευμένος μαζί της πριν πολλά χρόνια, προτού εκείνη φύγει μαζί με τους γονείς της και τις αδερφές της για τη Γερμανία - μετανάστευσαν εκεί λίγο πριν τη χούντα. 

«Πλάνταξα στο κλάμα όταν έφυγες. Έκανα να το ξεπεράσω μήνες» της αποκάλυψε. Έβαλαν κι οι δυο τα γέλια· σαν μικρά παιδιά. «Την ημέρα που έφευγες, πήρα το ποδήλατο και έτρεξα στο σταθμό». Κάγκελο η μαμά. Κάγκελο κι εγώ. 

Το αστείο είναι πως η μαμά -από ό,τι μου είπε τουλάχιστον- δεν τον θυμάται καν τον συγκεκριμένο άνθρωπο. Προφανώς, ο έρωτάς του για κείνη ήταν ανείπωτος. Διαφορετικά, σίγουρα θα τον θυμόταν.

«Και τι είπες εσύ για όλα αυτά;» την ρώτησα. «Τι να πω, παιδάκι μου; Σάμπως ήξερα τι να πω;». «Πάντως, φαίνεται πολύ γενναίος τύπος - τον παραδέχομαι», κατέληξα. 

Τέλος πάντων, η μαμά παντρεύτηκε την ξενιτιά και ο γλυκύτατος αυτός άνθρωπος -ο οποίος μου είναι εξαιρετικά συμπαθής χωρίς καν να τον γνωρίζω- αναγκάστηκε να την ξεπεράσει. Όχι, όμως, και να την ξεχάσει. 

«Α, να σου πω και το άλλο» μου κάνει στο τέλος η μαμά, «πριν γυρίσει στο τραπέζι του, μου χάιδεψε τα μαλλιά». 

Έπρεπε να την βλέπατε από μια μεριά καθώς μου έλεγε την τελευταία φράση. Γελούσε σαν μικρό κορίτσι. 

Ντρεπόταν και έλαμπε μαζί. 

Στη μαμά - να κι ένα τραγούδι που αγαπάς 

Τετάρτη 11 Ιουνίου 2014

Λάρισα είσαι καμίνι

Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι Λαρισαίοι το καλοκαίρι είναι η ζέστη. Ή η «ζέστα», για να είμαι πιο ακριβής. Η Λάρισα το καλοκαίρι δεν υποφέρεται. Βράζει. 

Εντάξει, σε πολλές πόλεις της Ελλάδας είναι ανυπόφορη η ζέστη το καλοκαίρι αλλά στη Λάρισα η κατάσταση είναι τραγική. Είναι μέρες που θέλεις να σκίσεις τις σάρκες σου. 

Εν τω μεταξύ, σχεδόν σε κάθε πλατεία της Λάρισας υπάρχει και ένα συντριβάνι αλλά στα συντριβάνια το καλοκαίρι πάνε και δροσίζονται οι γύφτοι -πέφτουν μέσα εντελώς τσίτσιδοι-, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να τα χαρούν οι Λαρισαίοι, αφού σιχαίνονται να πάνε να βουτήξουν εκεί που έπλενε ο Ταμτάκος τη μαλαπέρδα του.

Εξαιτίας του καύσωνα, οι Λαρισαίοι το καλοκαίρι είναι μονίμως μες στα νεύρα. Δεν είναι να μιλήσεις σε Λαρισαίο το καλοκαίρι. Θα σε αρχίσει στις χριστοπαναγίες. Κρόσσια τα νεύρα. Περπατάς στο δρόμο και συναντάς κάτι φάτσες έτοιμες να σε μαχαιρώσουν.  

Για να μη μιλήσω για τις Λαρισαίες. Μπορεί να συναντήσεις μια Λαρισαία στο δρόμο τον Ιούλιο, να της ζητήσεις αναπτήρα και να στον φέρει στο κεφάλι - εντελώς φρικαρισμένες. 

Πάντως, έχω παρατηρήσει πως οι γριές είναι οι μόνες που δεν ενοχλούνται από τον καύσωνα. Την βλέπεις τη γριά να κυκλοφορεί έξω στο λιοπύρι ντυμένη στα μαύρα -προφανώς τον έχει φάει λάχανο τον άντρα της-, και εκεί που σκέφτεσαι «τώρα θα λιποθυμήσει το σάψαλο», βγάζει μια τεράστια βεντάλια από την τσάντα και -κουνώντας την πάνω κάτω μπροστά στο πρόσωπό της- συνεχίζει να περπατάει αμέριμνη.

Καμιά μέρα θα σαλτάρουν εντελώς οι Λαρισαίοι από τη ζέστη και θα αρχίσουν να σουφρώνουν τις βεντάλιες από τις γριές. Θα γίνεται στους δρόμους πανικός. Θα σέρνει ο άλλος τη γριά στο πεζοδρόμιο για να της πάρει τη βεντάλια. 

Εν τω μεταξύ, η Λάρισα έχει άπειρες παραλίες κοντά -αν πάρεις το αυτοκίνητο ή το λεωφορείο σε μισή ώρα είσαι στη θάλασσα- αλλά τώρα με την οικονομική κρίση οι περισσότεροι δεν έχουν λεφτά να πάνε ούτε μέχρι τον Πλαταμώνα, οπότε μένουν στη Λάρισα και αναπολούν τα ωραία χρόνια πριν την χρεοκοπία που τους τάιζε αβέρτα το ΠΑΣΟΚ και πήγαιναν και χοροπηδούσαν στα τρισάθλια beach bar σαν καθυστερημένοι, ενώ, παράλληλα, είχαν και από τρία air condition στο σπίτι να δροσίζονται, αλλά αυτή η εποχή πάει, πέρασε, φινίτο, οπότε τώρα ας βγάλουν τον σκασμό και ας κάτσουν να λιώσουν στη Λάρισα σ' είδα και λαχτάρισα. 

Ξεκινάει και το Μουντιάλ αύριο. 

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014

Οπαδοί και πολίτες του Βόλου

Τις τελευταίες μέρες -και με αφορμή ορισμένα ειρωνικά σχόλια που έκανα στο Facebook για την εκλογή Μπέου-, έχω φάει πολύ βρίσιμο στο διαδίκτυο. Οπωσδήποτε, είναι πολύ διασκεδαστικό να σε βρίζουν οπαδοί. Γιατί οπαδοί ψήφισαν τον Μπέο. Δεν τον ψήφισαν πολίτες. 

Θέλω να πω κάτι σε αυτούς τους οπαδούς.

Γιατί τα βάζετε με μένα, καλοί μου άνθρωποι; Τι σας έφταιξα; Μήπως μου τα χώνετε επειδή είμαι Λαρισαίος; Αελάρα κάργα, ρε μουνιά!

Καλοί μου άνθρωποι, αντί να τα βάζετε με έναν μπλόγκερ -και να αποδεικνύετε πως είστε κότες-, γιατί δεν κοιτάτε να τα βάλετε με τη μαλακία που σας δέρνει;

Θα σας πω εγώ γιατί: γιατί είστε λούμπεν. 

Και επειδή φαντάζομαι δεν ξέρετε τι σημαίνει η λέξη λούμπεν, θα σας το εξηγήσω με απλά λόγια:

Λούμπεν είναι αυτός που -θέλοντας να εκδικηθεί το πολιτικό σύστημα- πάει και ψηφίζει ανθρώπους σαν τον Μπέο. 

Εντάξει; Το καταλάβαμε; 

Πάντως, δεν είναι όλοι οι Βολιώτες σαν εσάς.

Αυτό το διάστημα έχω λάβει ξεκαρδιστικά μηνύματα από συμπολίτες σας. Μηνύματα γεμάτα χιούμορ και σαρκασμό. Ευτυχώς υπάρχουν ακόμα υγιείς άνθρωποι στο Βόλο. Ευτυχώς υπάρχουν ακόμα πολίτες.

Το κακό βέβαια είναι πως -μαζί με εσάς- παίρνει η μπάλα και τους πολίτες. Εντάξει, ήταν λογικό κι επόμενο πως θα συνέβαινε κάτι τέτοιο. Αν είσαι μέσα στο βόθρο, θα σε πάρει η μπόχα.

Λυπάμαι ειλικρινά για τους πολίτες του Βόλου που είναι αναγκασμένοι να ακούν ένα σωρό αρνητικά σχόλια, μόνο και μόνο επειδή εσείς πήγατε και κάνατε δήμαρχο ένα κατακάθι.

Το κείμενο λοιπόν -αν και γράφτηκε για τους οπαδούς- είναι αφιερωμένο στους πολίτες του Βόλου.

Μάγκες, δεν είστε όλοι λούμπεν. Δεν είστε όλοι για τον Μπέο.

Καλή δύναμη.