Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

Μόνο να προλάβουμε να σωθούμε

<<Αυτοκτόνησε 70άχρονος φαρμακοποιός>>. <<55άχρονος επιχειρηματίας έδωσε τέλος στη ζωή του>>. <<47άχρονη ιδιοκτήτρια ζαχαροπλαστείου κρεμάστηκε>>.




Για τους δημοσιογράφους, οι συνάνθρωποί μας που αυτοκτονούν δεν έχουν όνομα - έχουν μόνο ηλικία, φύλο και ιδιότητα.




Δεν ξέρω γιατί ξεκινάω να γράψω αυτό το άρθρο. Δεν είναι και πολλά αυτά που έχεις να πεις μπροστά στο τραγικό γεγονός της αυτοκτονίας. Ένας άνθρωπος έβαλε τέλος στην ίδια του τη ζωή. Και 'κει μπαίνει τελεία. Κάνεις τουμπεκί. Αν έχεις ακόμα την ικανότητα να νιώθεις. Αν είσαι ακόμα άνθρωπος. 




Είναι αστεία και παράλληλα εξοργιστική η άνεση με την οποία οι τηλεδημοσιογράφοι -και όλο το σινάφι τους- σου πλασάρουν μια είδηση αυτοκτονίας. Η αδιαφορία στα πρόσωπά τους είναι εμφανής. Και η αδιαφορία είναι από τις πιο βάναυσες μορφές βίας. Βέβαια, όταν μιλάνε για ευρώ, επαναδιαπραγμάτευση και διάφορα άλλα σκατά, ξαφνικά τσιτώνουν, εκνευρίζονται, ενδιαφέρονται. Ίσως πιστεύουν πως οι ίδιοι δεν θα φτάσουν ποτέ στο έσχατο σημείο της αυτοχειρίας. Το βλέπουν από μακριά. Είναι παρατηρητές από μια θέση ασφαλείας. Γι' αυτούς είναι μια άλλη πραγματικότητα που ποτέ δεν θα τους αγγίξει. 




Από την άλλη υπάρχουν οι αριστεροί. Οι αριστεροί με τους δήθεν εύθραυστους ψυχισμούς και την δήθεν ευαισθησία. Θα σου μιλήσουν για το χαμό μιας ανθρώπινης ζωής με την ίδια άνεση που θα σου μιλήσουν για λούμπεν προλεταριάτα και κούφια όνειρα περί επανάστασης. 




17 Ιούνη. Οι κλέφτες -με δική μας εντολή- αναρριχήθηκαν στην εξουσία. Γίναμε άξιοι της μοίρας μας. Της μαύρης. 




Συμβάλαμε αποτελεσματικά στην δική μας εξόντωση. Στην δική μας εξαθλίωση. Και δεν έχουμε το δικαίωμα να μιλάμε. Δεν μπορείς να ανοίγεις τα πόδια σου στον βιαστή, και μετά να τσιρίζεις για βοήθεια. Είναι ηλίθιο.




Για μένα -αλλά και για πολλούς άλλους-, η 17 Ιούνη σήμανε το θάνατο της ελπίδας. Το τέλος της αισιοδοξίας. Ελπίζω να αποδειχτούμε απλώς πεσιμιστές. 




Κάτι που δεν θα ξεχάσω, είναι πως, το βράδυ της 17 Ιούνη, μετά τα εκλογικά αποτελέσματα, η γιαγιά μου έκλαψε. Δυνατά. (Για όσους μπορεί να αναρωτιούνται, η γιαγιά μου δεν έχει άνοια, είναι υγιέστατη.) Και δεν έκλαψε για 'κείνη. Έκλαψε για τα παιδιά της. Ήξερε. Δεν το βρήκα υπερβολικό. Αντιθέτως. Υπερβολικό βρήκα το κλάμα πολλών ανθρώπων για τον αποκλεισμό της εθνικής από το Euro 2012. Υπερβολικό και ανώφελο.




Δεν ξέρω γιατί ξέφυγα έτσι και μιλάω πάλι για τις εκλογές. Η αλήθεια είναι πως δεν θα ξεπεράσω ποτέ την ήττα. Γιατί για ήττα πρόκειται. Πανηγυρική. Με τη διαφορά ότι την υπογράψαμε εμείς. 




Η απόγνωση στο πρόσωπα των ανθρώπων που συναντάω καθημερινά -και μιλάω για ανθρώπους που σκέφτονται και αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα-, είναι κάτι που μόνο αδιάφορο δεν μπορεί να μου περάσει. Είναι, όμως, όλοι τους οργισμένοι. Και αυτό είναι καλό. Πάει να πει πως δεν λύγισαν. Ακόμα.  




Δεν ξέρω γιατί, αλλά έχω την εντύπωση πως αλληλεγγύη πλέον δεν υπάρχει - αν, βέβαια, υπήρξε ποτέ. Ο καθένας είναι μόνος του. Και η ικανότητα του Έλληνα να σκέφτεται μόνο το κώλο του είναι αξιοθαύμαστη. Δεν πα να πεθαίνει ο διπλανός του, αυτός εκεί. Το τομάρι του. 




Ίσως, σε πολλούς συμπολίτες μας αξίζει -και με το παραπάνω- να φτάσουν να δουν τα παιδιά τους να τρέφονται από τα σκουπίδια. Ή να μεταναστεύουν. Τότε μπορεί να ταρακουνηθούν. Οι απεγνωσμένες στιγμές απαιτούν τα ανάλογα μέτρα.




Δεν ξέρω πως να τελειώσω αυτό το άρθρο. Ούτε και πως να το αρχίσω ήξερα. 




<<Μόνο να προλάβουμε να σωθούμε>> μου είπε ένας βιβλιοπώλης στο Βόλο. 




Μόνο να προλάβουμε να σωθούμε.